Home

Ο Κώστας Γραμματόπουλος ήταν Έλληνας ζωγράφος και χαράκτης (Αθήνα1916 – Αθήνα, 1 Οκτωβρίου 2003).

Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με δάσκαλο τον Γιάννη Κεφαλληνό. Αργότερα εκλέχθηκε καθηγητής χαρακτικής στην ίδια σχολή. Παρότι δεν έγινε ευρέως γνωστός, είναι αυτός που φιλοτέχνησε πολλές αφίσες για τον πόλεμο του 1940, τις εικόνες για το Αλφαβητάριο του 1955 με τον Μίμη και την Λόλα, και το εθνόσημο της Ελληνικής Δημοκρατίας μετά την μεταπολίτευση του 1974.

  

Οι ηρωίδες του 1940, Κ. Γραμματόπουλος, Λιθογραφία. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ήταν μια αφορμή για την λαϊκή αναγνώριση της χαρακτικής τέχνης με αφίσες σπουδαίων χαρακτών να απευθύνονται στους Έλληνες, περιλαμβάνοντας συνθήματα υποστήριξης των στρατιωτών στο μέτωπο.Επιβάλλεται να σημειωθεί ότι ο δάσκαλός του ήταν ο άνθρωπος που επανέφερε τη συστηματική διδασκαλία της χαρακτικής τέχνης στην ΑΣΚΤ, 1932, προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα ανανεωμένης έκφρασης πλήθους, καταξιωμένων πλέον, καλλιτεχνών μεταξύ των οποίων οι Γραμματόπουλος, Κατράκης, Βαρλάμος, Τάσσος, Γουρζής και άλλοι. Με την πρωτοβουλία, το πάθος και το μεράκι του Γιάννη Κεφαλληνού, η χαρακτική τέχνη (ξανα)πήρε τη θέση που της αξίζει στον εικαστικό χώρο. Εξάλλου, όπως αποδείχθηκε από τη συνεισφορά των χαρακτών στο εκπαιδευτικό έργο, στους εθνικούς και ταξικούς αγώνες, στα πολιτιστικά δρώμενα αλλά και στην αποτύπωση των συμβόλων του ελληνικού κράτους, αυτό το είδος της τέχνης κυριολεκτικά λατρεύεται στη χώρα μας.

Αιγαίο, 1984, λάδι σε μουσαμά. Από την εξαιρετική συλλογή για το Αιγαίο πάνω από το οποίο, σύμφωνα με τον Νίκο Αλεξίου, ενώθηκαν λυρικές φωνές, που έρχονταν από τις ακτές της αισθαντικής Ιωνίας.

Ο Κώστας Γραμματόπουλος μετά την επιστροφή του από τη Γαλλία εκλέχθηκε καθηγητής χαρακτικής στην ΑΣΚΤ, χαρίζοντας σε εμάς γενιές ολόκληρες σπουδαίων καλλιτεχνών αλλά και ένα τεράστιο και πολυβραβευμένο έργο, για το οποίο μπορούμε να πούμε ότι αποτυπώνει την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού κράτους. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι τα αλφαβητάρια του Δημοτικού Σχολείου (Τα καλά παιδιά, Αλφαβητάριο), πολλές αφίσες για τον πόλεμο του 1940 και για την Εθνική μας Αντίσταση, πλήθος γραμματοσήμων, ακόμη και το Εθνόσημο του 1974 φέρουν τη σφραγίδα του.

.

Για το «Αλφαβητάριο» του 1949 και την αφίσα του ΕΑΜ έγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης: «Αυτό το βιβλίο και μια αφίσα του ΕΑΜ μου έδωσαν χαρά και ελπίδα. Ευχαριστώ τον Γραμματόπουλο».


Με την ανάμνηση του Μίμη και της Λόλας, της Άννας και των άλλων παιδιών πάντα νωπή, οι Γεφυρισμοί έχουν έναν ακόμη λόγο να ευγνωμονούν τον Κώστα Γραμματόπουλο μια και η αγαπημένη μας χαράκτρια κ. Άρια Κομιανού, υπήρξε μαθήτριά του.

Κριτική του έργου του ΚΑΤΙΑ ΑΡΦΑΡΑ
Δημοσιογράφος

Τα «εγκεφαλικά χρώματα» του τοπίου
Της Κάτιας Αρφαρά, από “ΤΟ ΒΗΜΑ”, 5 Νοεμβρίου 2005.

Τα πρώτα μυστικά της τέχνης της «γραφής» πάνω σε μαλακή επιφάνεια με εγχάρακτη γραμμή ο Κώστας Γραμματόπουλος τα έμαθε στο εργαστήριο του Γιάννη Κεφαλληνού στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν εκεί που πρωτόπιασε στα χέρια του τα χειροποίητα γιαπωνέζικα χαρτιά και ανακατεύτηκε με τις πλάκες για το μελάνωμα, τις γυάλες με το νιτρικό οξύ και τις πορσελάνινες λεκάνες για τις οξειδώσεις, τυπώνοντας μάλιστα τη δύσκολη χρονιά του ’40 αφίσες «εθνικής σκοπιμότητας» μαζί με τη Βάσω Κατράκη και τον Τάσσο Αλεβίζο. Στην αρχή τότε της τρίτης δεκαετίας της ζωής του, με τη χαρακτική να αγωνίζεται ακόμη να κατακτήσει την καλλιτεχνική αυτοδυναμία της, δεν ήταν δυνατόν να φανταστεί πως λίγα μόλις χρόνια αργότερα ο δάσκαλός του, «πατέρας» σήμερα της νεοελληνικής χαρακτικής, θα φύλαγε κλειδωμένα στα συρτάρια του τα βραβευμένα έργα του μαθητή του, ο οποίος κατάφερε να «ορίσει» το λευκό χρώμα πάνω στο λευκό ατύπωτο χαρτί. Και όχι μόνο. Το 1959, 19 χρόνια μετά την αποφοίτησή του από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ο Κώστας Γραμματόπουλος θα είναι αυτός που θα διαδεχθεί τον δάσκαλό του στην έδρα χαρακτικής η οποία είχε μείνει κενή από το 1957 και την οποία θα κρατήσει ως το 1985.

Το γεγονός ότι στα 84 χρόνια του σήμερα ο Κώστας Γραμματόπουλος είναι ένας από τους σημαντικότερους έλληνες χαράκτες καθιστά κάθε έκθεση που μας δίνει την ευκαιρία να επαναπροσεγγίσουμε το έργο του ιδιαίτερα σημαντική. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για δύο εκθέσεις που αφιερώνονται όχι μόνο στις χαρακτικές αλλά και στις ζωγραφικές συνθέσεις του και διοργανώνονται πέντε χρόνια μετά τη μεγάλη αναδρομική έκθεση που παρουσίασε η Εθνική Πινακοθήκη. Ειδικότερα η αίθουσα τέχνης «Αστρολάβος-Πειραιά» εγκαινίασε την περασμένη Παρασκευή έκθεση ζωγραφικών έργων του καλλιτέχνη, τοπία τα περισσότερα μεικτής τεχνικής τα οποία θα διαδεχθούν στις 30 Νοεμβρίου 30 έγχρωμες ξυλογραφίες του.

Επιστρέφοντας από το Παρίσι, όπου συνέχισε τις σπουδές του με κρατική υποτροφία, ο Γραμματόπουλος εκθέτει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1958 στην γκαλερί «Σαρλά», το κοινό όμως έχει έρθει σε επαφή με τα χαρακτικά του ήδη από τα χρόνια του ’40, όταν χαράσσει για τη «Νέα Εστία» πορτρέτα σύγχρονων λογοτεχνών αλλά και όταν αναλαμβάνει την εικονογράφηση για το «Αλφαβητάριο Τα Καλά Παιδιά» του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Ο Γραμματόπουλος διαμορφώνει το μορφοπλαστικό λεξιλόγιό του στα τέλη της δεκαετίας του ’50, σε μια εποχή όπου η ελληνική χαρακτική γνωρίζει εντυπωσιακή άνθηση συμπορευόμενη με την αλματώδη ανάπτυξη της τυπογραφίας. Αποδεσμευμένος από το βιβλίο και έχοντας πλέον κατακτήσει απόλυτα τα τεχνικά μέσα του ο δημιουργός εγκαταλείπει σταδιακά τις ασπρόμαυρες ξυλογραφίες και χαλκογραφίες και στρέφεται στις μεγάλες επιφάνειες όπου τα γαλάζια, τα γκρίζα και τα γαιώδη χρώματα, «χρώματα εγκεφαλικά» σύμφωνα με τον Παντελή Πρεβελάκη, συναντούν τη σχεδιαστική δύναμή του και τη λιτότητα της φόρμας του. Η μορφή των έγχρωμων ξυλογραφιών του καθορίζεται από έναν δικής του επινόησης «λυρικό-αναλυτικό κυβισμό», όπως τον ονομάζει η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαριλένα Κασιμάτη στον κατάλογο που συνόδευσε πριν από πέντε χρόνια την αναδρομική έκθεσή του, ο οποίος βρίσκει την πληρέστερη έκφρασή του τη δεκαετία του ’70, όταν οι πλάκες από λειασμένο ξύλο αντικαθίστανται από τη φθηνή σανίδα, υλικό μαλακό που του επιτρέπει να κινηθεί με άνεση στον χώρο των μνημειακών, ασυνήθιστων στην τέχνη της χαρακτικής, ξυλογραφιών. Ο Γραμματόπουλος αντλεί συνήθως τη θεματική του από τον κόσμο της μυθολογίας και πρωτίστως από το ελληνικό τοπίο δίνοντάς μας, όπως γράφει χαρακτηριστικά η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, μια «πρωτότυπη εκδοχή της νεότερης ελληνικής τοπιογραφίας», από την οποία δεν απομένει «παρά μονάχα το απόσταγμα της αίσθησης, της συγκίνησης, μετουσιωμένο σε αφηρημένες γραμμές, ρυθμούς και χρώματα». Η επιδεξιότητα με την οποία ο Γραμματόπουλος χειρίζεται το φως μέσα από το λευκό χρώμα προσδίδει στις συνθέσεις του ένταση δραματική αλλά και μια μεταφυσική διάσταση που έρχεται να εξισορροπήσει την «αταραξία» που σύμφωνα με τους θεωρητικούς της τέχνης διατρέχει το σύνολο του έργου του.

Η βράβευσή του το 1972 με το Χρυσό Μετάλλιο Χαρακτικής της Φλωρεντίας δεν είναι σήμερα παρά μία από τις διακρίσεις που συνόδευσαν τις συμμετοχές του καλλιτέχνη στις Διεθνείς Μπιενάλε Χαρακτικής αλλά και τις εκθέσεις που διοργανώθηκαν για το έργο του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, την ίδια στιγμή που η ζωγραφική του συνέχιζε διακριτικά την πορεία της στο περιθώριο των πρωτοποριακών ρευμάτων. Η προσφορά ωστόσο του Κώστα Γραμματόπουλου στην ελληνική χαρακτική δεν περιορίστηκε στο ατομικό του έργο. Συνεχίζοντας το παράδειγμα του δασκάλου του Γιάννη Κεφαλληνού θα «θρέψει» και αυτός με τη σειρά του στο εργαστήρι του τις δικές του γενιές χαρακτών, αλλάζοντας μάλιστα τον τίτλο «σπουδαστής» της Σχολής σε «νέος καλλιτέχνης». «Καλλιτέχνης» έλεγε στους μαθητές του «είναι κανείς από τη στιγμή που θα πιάσει το μολύβι στο χέρι του και σπουδαστής ως το τέλος της ζωής του».

Κώστας Γραμματόπουλος

Γράφτηκε από την  

Κώστας Γραμματόπουλος

Ο Κώστας Γραμματόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1916. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών κατά τα έτη 1934-1940, με καθηγητή τον Ουμβέρτο Αργυρό και χαρακτική με τον Γιάννη Κεφαλληνό. Παράλληλα με τις σπουδές του, εργαζόταν για να εξασφαλίσει τα προς το ζην στο λιθογραφείο του Β. Παπαχρύσανθου, στο οποίο ασχολείτο με την εικονογράφηση των βιβλίων. Ο ίδιος είχε πει: «Περίπου το 1944, προς το τέλος της κατοχής, έκανα για πρώτη φορά, το πρώτο μου βιβλίο, τη Γαλήνη του Βενέζη. […] ΄Ητανε σε πλάγιο ξύλο. Μου άρεσε πάντοτε το πλάγιο ξύλο διότι η χάραξη είναι πιο ζωντανή και πιο ελεύθερη. Αποφεύγονται οι πολλές λεπτομέρειες, (εννοεί: αποφεύγονται) οι τόνοι οι πολύ λεπτοί όπως είναι με το burin, που το burin, στο όρθιο ξύλο, πολλές φορές θυμίζει καλλιγραφία. Βέβαια δεν μπορούσα μεταχειριστώ το vélo διότι αυτό δεν ήταν εύκολο να τυπωθεί […] και ήτανε πολύ κατάλληλο το πλάγιο ξύλο, βέβαια παρα-πολύ καλό ξύλο, σκληρό, κελεμπέκι, […]».

Στη συνέχεια, το 1954, έφυγε με κρατική υποτροφία στο Παρίσι όπου συνέχισε τις σπουδές του παρακολουθώντας μαθήματα χαλκογραφίας στο Εργαστήριο Edouard- Joseph Goerg, ξυλογραφίας στο Εργαστήριο Robert Cami, γραφικές τέχνες στο Τεχνικό Κολλέγιο Estienne και διακοσμητική στη Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών, κατά το διάστημα των χρόνων μεταξύ 1955-58.

52426514-a941-47b5-bcab-0677f495fa88Εργαστήριο Χαρακτικής Γιάννη Κεφαλληνού, Κώστας Γραμματόπουλος, «Εμπρός της Ελλάδος παιδιά», 1941. Έγχρωμη λιθογραφημένη αφίσα, 100 x 70 εκ. Συλλογή Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας Ελλάδος

Επιστρέφοντας από το Παρίσι, ο Γραμματόπουλος εξέθεσε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1958 στην γκαλερί «Σαρλά», το κοινό όμως έχει έρθει σε επαφή με τα χαρακτικά του ήδη από τα χρόνια του ’40, όταν χάραξε για τη «Νέα Εστία» πορτρέτα σύγχρονων λογοτεχνών αλλά και όταν αναλαμβάνει την εικονογράφηση για το «Αλφαβητάριο Τα Καλά Παιδιά» του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Διαμόρφωσε το μορφοπλαστικό λεξιλόγιό του στα τέλη της δεκαετίας του ’50, σε μια εποχή όπου η ελληνική χαρακτική γνώριζε εντυπωσιακή άνθηση συμπορευόμενη με την αλματώδη ανάπτυξη της τυπογραφίας. Αποδεσμευμένος από το βιβλίο και έχοντας πλέον κατακτήσει απόλυτα τα τεχνικά μέσα του, ο δημιουργός εγκατέλειψε σταδιακά τις ασπρόμαυρες ξυλογραφίες και χαλκογραφίες και στράφηκε στις μεγάλες επιφάνειες όπου τα γαλάζια, τα γκρίζα και τα γαιώδη χρώματα, «χρώματα εγκεφαλικά» σύμφωνα με τον Παντελή Πρεβελάκη, συναντούν τη σχεδιαστική δύναμή του και τη λιτότητα της φόρμας του. Η μορφή των έγχρωμων ξυλογραφιών του καθορίζεται από έναν δικής του επινόησης «λυρικό-αναλυτικό κυβισμό», όπως τον ονομάζει η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαριλένα Κασιμάτη, ο οποίος βρίσκει την πληρέστερη έκφρασή του τη δεκαετία του ’70, όταν οι πλάκες από λειασμένο ξύλο αντικαθίσταντο από τη φθηνή σανίδα, υλικό μαλακό που του επέτρεψε να κινηθεί με άνεση στον χώρο των μνημειακών, ασυνήθιστων στην τέχνη της χαρακτικής, ξυλογραφιών.

Ο Γραμματόπουλος αντλούσε συνήθως τη θεματική του από τον κόσμο της μυθολογίας και, πρωτίστως, από το ελληνικό τοπίο δίνοντάς μας, όπως γράφει χαρακτηριστικά η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα,μια «πρωτότυπη εκδοχή της νεότερης ελληνικής τοπιογραφίας», από την οποία δεν απομένει «παρά μονάχα το απόσταγμα της αίσθησης, της συγκίνησης, μετουσιωμένο σε αφηρημένες γραμμές, ρυθμούς και χρώματα». Η επιδεξιότητα με την οποία ο Γραμματόπουλος χειρίστηκε το φως μέσα από το λευκό χρώμα προσδίδει στις συνθέσεις του ένταση δραματική αλλά και μια μεταφυσική διάσταση που έρχεται να εξισορροπήσει την «αταραξία» που, σύμφωνα με τους θεωρητικούς της τέχνης, διατρέχει το σύνολο του έργου του.

Το 1959 διορίστηκε καθηγητής του Εργαστηρίου Χαρακτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε ως το 1985 και είχε φοιτητές που έγιναν καλλιτέχνες πρώτης γραμμής. Υπήρξε καταξιωμένος και πολυβραβευμένος, σπουδαίος μάστορας και ανανεωτής της χαρακτικής, με ξυλογραφίες τεραστίων διαστάσεων και με ειδικής επινόησης χρωματικές κλίμακες που βραβεύθηκαν διεθνώς.

75c73255-1e85-4b42-b5c7-e140a57a09ceΑφροδίτη και Πάρις, 1958, οξυγραφία και ακουατίντα, 56,5×46,6 εκ
Παρόλη τη βαθιά επιρροή των δασκάλων του, ο Γραμματόπουλος κατόρθωσε πολύ γρήγορα να προχωρήσει σε ένα προσωπικό ιδίωμα στη χαρακτική του, ιδιαίτερα προς μια κατεύθυνση στην οποία κάνει εντύπωση ο πλούτος της εκφραστικής του γλώσσας και η ποιότητα των διατυπώσεων του. Εκτός από την εξαιρετικά γόνιμη διδασκαλία του, είχε δώσει και ένα μεγάλο αριθμό χαρακτικών τόσο σε ελεύθερα έργα όσο και στην εικονογράφηση βιβλίων με την τεχνική της ξυλογραφίας και της λιθογραφίας.

Κυρίαρχη ιδέα του έργου του ήταν η αναζήτηση της διαφάνειας της χαρακτικής εργασίας. Το κεντρικό σχήμα των ιδεών τουΓραμματόπουλου συνοψίζεται στην πεποίθησή του για την προτεραιότητα της τεχνικής, στην αναζήτησή του να συνδέσει τη μορφοπλαστική αντίληψη του έργου του με μια λειτουργική σχέση ως προς τη μέθοδο της παραγωγής του και, τέλος, να αναζητήσει τη δημιουργία νέων μορφών από νέα τεχνικά μέσα (ύλη, εργαλεία και ιδέα σε ένα σύνολο). Όπως ο ίδιος είχε πει: «Το κίνητρο διαμόρφωσης (εννοεί: του χαρακτικού έργου) […] είναι η βούληση του καλλιτέχνη που προέρχεται ταυτόχρονα από την ύλη, από το εργαλείο και από την πλαστική ιδέα και από τα τρία (εννοεί: μαζί) και όχι από την ύλη που χρησιμοποιήθηκε για να γίνει το προσχέδιο της χαρακτικής»

Οι απόψεις του ήρθαν σε αντίθεση με τη διδασκαλία του Κεφαλληνού στη χαρακτική, για το λόγο πως ο Γραμματόπουλος θεωρούσε ότι η ύλη και η τεχνική του έργου θα πρέπει να φαίνονται, ενώ ο Κεφαλληνός θεωρούσε πως το χαρακτικό έργο έχει ως απώτερο αντικείμενο την επιδίωξη να επιτύχει το αποτέλεσμα μιας άλλης τεχνικής.

4c889933-bf34-437f-ba76-065e19a99e17Μάνη ΙΙ, 1971, έγχρωμη ξυλογραφία (πλάγιο ξύλο), 90×61,5 εκ. Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου 4376.Είναι γεγονός πως το έργο του, στο τομέα της ξυλογραφίας αποτελεί χαρακτηριστική τομή. Αρχικά απαλλάχτηκε από τα παραδοσιακά και δύσχρηστα μέσα της ξυλογραφίας με την απλοποίηση της ύλης και της τεχνικής της, καταργώντας τη χρήση του προετοιμασμένου ξύλου για τη χάραξη, όρθιου και πλάγιου, και κατ’ επέκταση καταργώντας τα τεχνικά εργαλεία. Χρησιμοποίησε τη σανίδα, ένα υλικό φτηνό και εύχρηστο που επιτρέπει τα μεγάλα μεγέθη και αφήνει μεγαλύτερη μορφοπλαστική ελευθερία.

Μετά τη χρήση της σανίδας, που χαράζεται εύκολα και κυρίως δεν έχει κόστος, ο Γραμματόπουλος δίδαξε ένα άλλο τεχνικό σύστημα, που είναι η επέμβαση χρωματικών επιφανειών στην ξυλογραφία. Σε αυτό, η εικόνα δημιουργείται από την αλληλοπαρεμβολή τριών βασικών χρωμάτων στο σχηματισμό μιας σύνθεσης και με την επίθεση, χωρίς χάραξη, μιας διαχωριστικής γραμμής ή πολλών διαχωριστικών γραμμών, που ορίζουν το σχέδιο. Αυτή η επίθεση γίνεται με την εκτύπωση μιας λευκής ζώνης ή πολλών λευκών ζωνών που υπερκαλύπτουν τα χρώματα. Με αυτόν τον τρόπο πέτυχε την πραγματοποίηση ενός έργου που δεν προκύπτει από το χάραγμα μιας επιφάνειας, αλλά συνδέεται με μια τεχνική ανακάλυψη της ικανότητας του άσπρου να υπερκαλύπτει ορισμένες περιοχές και να αφήνει λεπτά περάσματα –τονικές διαβαθμίσεις. Αυτή η ανακάλυψη είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας λάμψης και τη δημιουργία μαλακών περασμάτων από τα φωτεινά στα σκούρα σημεία του έργου. Με αυτή τη διαδικασία διαμορφωνόταν μια ζωγραφικότητα (ζωγράφιζε με τη χαρακτική) και μια πλαστικότητα στο χαρακτικό του έργο με λύσεις καθαρά χαρακτικές, κάτι που δεν έδινε ούτε το πλάγιο ούτε το όρθιο ξύλο.

cd467f4f-75c0-4ae1-ba47-7de7bb06c27aΑιγαίο, 1980, έγχρωμη ξυλογραφία (πλάγιο ξύλο), 25,9×34,2 εκ. Συλλογή Θεόδωρου ΧατζησάββαΧαρακτηρίστηκε ως «ο χαράκτης και ζωγράφος του Αιγαίου, με ονειρικά πλάνα που αλληλοκαλύπτονται σαν πέπλα πάνω από τη θάλασσα μαζί με μυθικές μορφές». Σημαντική στιγμή στο έργο του ήταν όταν φιλοτέχνησε αφίσες του ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, το εθνόσημο της Δημοκρατίας το 1974 και, όπως είπαμε, το πασίγνωστο «Αλφαβητάριο» του 1949, που λατρεύτηκε και εκδόθηκε επανειλημμένως. Για το «Αναγνωστικό» αυτό έγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης: «Αυτό το βιβλίο και μια αφίσα του ΕΑΜ μου έδωσαν χαρά και ελπίδα. Ευχαριστώ τον Γραμματόπουλο». Φιλοτέχνησε επίσης δημοφιλή στον παιδόκοσμο «Κλασσικά Εικονογραφημένα» («Περσέας και Ανδρομέδα», «Θησέας και Μινώταυρος» κ.ά.).

Ο Κώστας Γραμματόπουλος είχε βραβευθεί με το A’ βραβείο στην Μπιενάλε Βενετίας 1967 και το Χρυσό Μετάλλιο στην Μπιενάλε Φλωρεντίας 1974, ενώ εκθέσεις του έγιναν στην Εθνική Πινακοθήκη και σε πολλές γνωστές γκαλερί.

«Καλλιτέχνης», έλεγε στους μαθητές του, «είναι κανείς από τη στιγμή που θα πιάσει το μολύβι στο χέρι του και σπουδαστής ως το τέλος της ζωής του».

Από τους τελευταίους κορυφαίους Έλληνες καλλιτέχνες της Γενιάς του Τριάντα, ο Κώστας Γραμματόπουλος έφυγε σε ηλικία 88 ετών, ύστερα από πολύχρονη ασθένεια.

———–

ΕΧΕΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΕΙ ΣΤΟ ΕΝΘΕΤΟ CULTURE ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. ΘΕΟΦΙΛΗΣ
Κώστας Γραμματόπουλος (1916-2003)

Το 1949, η πρώτη τάξη του δημοτικού απέκτησε το αναγνωστικό «Τα καλά παιδιά», με ήρωες τον Ρήγα, την Νίνα, την Άννα. σε κείμενα του Επαμεινώνδα Γεραντώνη και σε εικονογράφηση του Κωνσταντίνου Γραμματόπουλου. Το 1956 τη θέση του πήρε το «Αλφαβητάριο», σε κείμενα των Γιαννέλη, Σακκά, Συκώκη και με εικονογράφηση πάλι του Γραμματόπουλου. Με πρωταγωνιστές την Άννα, τον Μίμη, την Έλλη, την Λόλα. Σταμάτησε να διδάσκεται το 1974.
Ο θάνατος του Κώστα Γραμματόπουλου την 1η Οκτωβρίου 2003 έκλεισε και τυπικά σε ότι μας παράπεμπε η ύπαρξη του, στην ανάμνηση των χάρτινων ηρώων, μολυβένια στρατιωτάκια, σκάφη, γκαζιέρα, λευκή κορδέλα στα μαλλιά, γιακάδες, σοσόνια, μπλε ποδιά…έτσι σαν γαλανόλευκη φάνταζε η Άννα στις απαγγελίες των σχολικών γιορτών και σε ενθύμια… β β έκανε ο βοριάς, β β έκανε μια βοή και στο Όνειρο.

Με τον θάνατο του Γιάννη Κεφαλληνού το 1957, την έδρα της χαρακτικής αναλαμβάνει το 1959 ο Κώστας Γραμματόπουλος και παραμένει ως το 1985, συμπαρασύροντας και τις ευαισθησίες του παραδοσιακού εκτυπωτικού μέσου.
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ
O Κώστας Γραμματόπουλος σε συνεντεύξεις του δεν διστάζει να καταγγείλει την διδασκαλία του Κεφαλληνού ως παλιά νοοτροπία μανιερισμού στην εκμάθηση των τεχνικών με μόνο σκοπό την αναπαραγωγή του σχεδίου: «Είναι η βούληση του καλλιτέχνη που προέρχεται ταυτόχρονα από την ύλη, από το εργαλείο και από την πλαστική ιδέα και από τα τρία και όχι από την ύλη που χρησιμοποιήθηκε για να γίνει το προσχέδιο της χαρακτικής. Έτσι καταργούνται όλα τα επακόλουθα της παλιάς νοοτροπίας… Η φιλοδοξία μου ήταν να τους κάνω να μην υποστούν αυτά που υπέστην εγώ επί πολλά χρόνια. Εκείνο που θέλησα ήταν να ελευθερώσω τους μαθητές μου. Να τους δώσω να καταλάβουν ότι σε κάθε ύλη που θα επιλέγουμε, θα πρέπει να εκφράζονται σ’ αυτή την ύλη. Και όχι μ’ αυτή την ύλη, να απομιμηθούν μια άλλη ύλη. Μετά από αυτό, ζωγραφίζαμε πάρα – πολύ, το μισό χρόνο ζωγραφίζαμε. ΄ Ζωγράφιζαν δύο εβδομάδες για να κάνουν μια εβδομάδα χαρακτική» Κ. Γ.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Μάστορας φλύαρος και πολύβουος των μικτών τεχνικών ο Γραμματόπουλος, ευρηματικός στις ζωγραφικές του επινοήσεις και καταστροφικός συνάμα για την αυτόνομη έκφραση της χαρακτικής. Κατάργησε με τις έγχρωμες χαράξεις του τα όρια ζωγραφικής και χαρακτικής και με την τεχνική του, αντί να κρατά το λευκό του χαρτιού, να εναποθέτει λευκή πλάκα πάνω στη χάραξη για να δώσει φως με το λευκό χρώμα την μετάλλαξε σε είδος διακοσμητικό και χαρά του εμπορίου.
Ας είναι. Αναμένουμε την νέα γενιά να δρομολογηθεί στα ηλεκτρονικά πιξελ και τις διδαχές του δόκτορα της ΑΣΚΤ Ματθαίου Σαντοριναίου…εκεί στο εργαστήριο του, για την νεοελληνική τέχνη, παίζεται το στοίχημα του μέλλοντος.
Η ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΩΣ ΠΑΡΕΡΓΟ
Ο Κώστας Γραμματόπουλος το 1916 γεννήθηκε στην Αθήνα. Έδωσε εξετάσεις στην ΑΣΚΤ το 1934 με την επιθυμία να σπουδάσει ζωγράφος στον Αργυρό – δεν μπορούσε, εργαζόταν, πήγαινε απόγευμα και το μόνο εργαστήριο που λειτουργούσε ήταν της χαρακτικής του Κεφαλληνού. Αποφοιτά το 1940.
Ο Γραμματόπουλος δεν είχε σκοπό να πάψει να ζωγραφίζει, άρχισε να κάνει χαρακτική για τις εικονογραφήσεις των βιβλίων, προσπαθούσε να βρει καιρό να ζωγραφίσει, αλλά αυτό ήτανε δύσκολο: «Δηλαδή, δεν ζούσα από την καθαρή τέχνη μου, αλλά έκανα μια σχεδόν εφαρμοσμένη τέχνη, την τέχνη του βιβλίου, για να ζήσω» Κ. Γ.
To 1954 με υποτροφία φεύγει για το Παρίσι όπου συνεχίζει τις σπουδές του στη ζωγραφική, χαρακτική, ξυλογραφία, χαλκογραφία και γραφικές τέχνες στις Ecole des Beaux-Arts, Ecole Estienne και Ecole d’Arts et Metiers.
ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ
Στη δημοσιότητα βγήκε η χαρακτική του – τα χρόνια του ’40 φιλοτεχνεί αφίσες του ελληνοϊταλικού πολέμου, χαράσσει για τη «Νέα Εστία» τα πορτρέτα των σύγχρονων λογοτεχνών, το 1949 με το αναγνωστικό «Τα καλά παιδιά», Το 1956 με το «Αλφαβητάριο», σχεδιάζει το εθνόσημο της Δημοκρατίας το 1974 και τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» («Περσέας και Ανδρομέδα», «Θησέας και Μινώταυρος» κ.ά.).
Η ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΠΟΘΟ ΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
«Ποτέ δε θεώρησα μεγάλο αξίωμα για ένα ζωγράφο τον τίτλο του Καθηγητή, γιατί ποτέ δεν πίστεψα ότι η τέχνη διδάσκεται, πράγμα που όσο πέρασαν τα χρόνια το διαπίστωνα περισσότερο. Μόνο μερικές καθαρά τεχνικές και στοιχειώδεις γνώσεις μπορεί να πληροφορηθεί ένας νέος από ένα μεγαλύτερό του ζωγράφο. Πιστεύω ότι ο καλλιτέχνης γεννιέται. Αυτό είναι το λεγόμενο ταλέντο. Όσοι σπουδαστές ταλαντούχοι και εργατικοί μπήκαν στο εργαστήρι της χαρακτικής που διηύθυνα, προχώρησαν με την εργασία τους. “Καλλιτέχνης”, τους έλεγα, είναι κανείς από τη στιγμή που θα πιάσει το μολύβι στα χέρια του, και σπουδαστής μέχρι το τέλος της ζωής του»Κ.Γ.
Βραβεύθηκε με το A’ βραβείο στην Μπιενάλε Βενετίας το 1968, το Χρυσό Μετάλλιο στην Μπιενάλε Φλωρεντίας το 1972 και έχει πάρει μέρος στις διεθνείς εκθέσεις, Αλεξάνδρειας, Λουγκάνο, Λουπλιάνας, Σάο Πάολο, Τόκιο, Νέας Υόρκης, ενώ έκθεση των έργων του έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη το 1995.
Σημείωση, τα αποσπάσματα του λόγου του Γραμματοπουλου είναι ερανισμός από συνεντεύξεις που έδωσε στον Εμμανουήλ Μαυρομμάτη και σε έντυπα της εποχής.

 

Sources:

http://artmag.gr/art-history/artists-faces/item/4353-kostas-grammatopoulos

http://gefyrismoi.blogspot.gr/2009/10/blog-post.html

http://www.eikastikon.gr/xaraktiki/grammatopoulos_cv.html

Leave a comment